ΟΡΓΑΝΩΣΗ ΚΑΙ ΑΓΩΝΑΣ ΓΙΑ ΤΗΝ ΚΟΙΝΩΝΙΚΗ ΕΠΑΝΑΣΤΑΣΗ

Να αψηφίσουμε τις εκλογές. Καμία νομιμοποίηση του συστήματος

Μετά το αποτέλεσμα των ευρωεκλογών και την συντριπτική της ήττα, η κυβέρνηση του σύριζα ανακοίνωσε την διεξαγωγή πρόωρων κοινοβουλευτικών εκλογών υπό το βάρος της κοινωνικής απονομιμοποίησης. Με τελική ημερομηνία την 7η Ιουλίου, το κόμμα της “ελπίδας” θα αναμετρηθεί με το κόμμα της “τάξης”, σε μια εκλογική μονομαχία που θα καθορίσει τις νέες συνταγές διαχείρισης του οικονομικού και πολιτικού συστήματος. Τα διακυβεύματα της κάλπης θα είναι πολλά και θα πολλαπλασιαστούν μέσα σε ένα καλλιεργούμενο περιβάλλον τεχνητής πόλωσης, το οποίο θα οξύνεται όλο και περισσότερο όσο θα πλησιάζει η μέρα των εκλογών. Τα κατασκευασμένα διλήμματα, οι κοινωνικοί εκβιασμοί και το προμοτάρισμα της μίας ή της άλλης πολιτικής γραμμής θα βομβαρδίσουν τις συνειδήσεις μέσα από τους τηλεοπτικούς δέκτες, τον τύπο, τα ραδιόφωνα, το διαδίκτυο, θα τροφοδοτηθούν από τα χρηματοδοτούμενα εκλογικά κέντρα και θα εκφραστούν με περίσσια αυτοπεποίθηση και κομματικό φανατισμό στους απλούς, καθημερινούς, κοινωνικούς διαλόγους μεταξύ των υπερασπιστών του ενός ή του άλλου κόμματος.

Από την υπογραφή της 3ης δανειακής σύμβασης το καλοκαίρι του 2015 και την επέκταση των μνημονιακών προγραμμάτων, η πολιτική χρεωκοπία της αριστεράς του κεφαλαίου ήταν προδιαγεγραμμένη. Η κατάρρευση του σύριζα σφραγίστηκε με την ψήφιση των πιο σκληρών μέτρων κοινωνικής αφαίμαξης στο πλαίσιο των αξιολογήσεων του χρέους, με τα μνημόνια διαρκείας, τους στόχους των υψηλών πλεονασμάτων, την δημιουργία του αυτόματου κόφτη δημοσιονομικής προσαρμογής ο οποίος διασφαλίζει πως οι αποκλείσεις από τα δημοσιονομικά ζητούμενα θα αντιμετωπίζονται με επιπρόσθετα προσαρμοστικά μέτρα και ανεξαρτήτου πολιτικής βούλησης, να αφήνουν μια εγκληματική παρακαταθήκη. Μια παρακαταθήκη που δεσμεύει μια ολόκληρη κοινωνία σε περαιτέρω ταξική υποτίμηση, γιατί τα μνημόνια θα έχουν συνέχεια είτε βρίσκεται σε ισχύ κάποιο πρόγραμμα είτε όχι.

Η έξοδος από την κρίση και το τέλος των μνημονίων είναι ο μεγαλύτερος πολιτικός μύθος της απερχόμενης κυβέρνησης. Η λήξη των δανειακών συμβάσεων σηματοδοτεί πρόσκαιρα τον τερματισμό της παροχής ρευστότητας των εγχώριων εξουσιαστών και εγκαινιάζει μία νέα συνθήκη όπου τα μνημόνια θα εφαρμόζονται και θα απομυζούν την κοινωνική βάση χωρίς την παράλληλη οικονομική ενίσχυση από τους δανειστές. Η παύση του δανεισμού και η μετέπειτα έξοδος στις αγορές ήταν μόνο η τεχνητή αναθέρμανση της εμπιστοσύνης των διεθνών αγορών προς τα ελληνικά ομόλογα, ένα κερδοσκοπικό success story με την αρωγή κατευθυνόμενων οίκων πιστοληπτικής αξιολόγησης που κατά παραγγελία “τόνωσαν” την αυτοπεποίθηση των επενδυτών και των κεφαλαίων αντισταθμιστικού κινδύνου, των λεγόμενων heads funds, στην αγορά χρέους. Η έκδοση του ομολόγου και ο δανεισμός των κεφαλαιαγορών δεν πιστοποίησαν την βελτίωση της οικονομίας, αντίθετα η αγορά ελληνικού χρέους είναι μια απόδειξή ότι η καπιταλιστική κρίση βαθαίνει. Βεβαιώνει ότι τα συσσωρευμένα στην χρηματοπιστωτική σφαίρα κεφάλαια αδυνατούν να βρουν άλλες κερδοφόρες επενδυτικές διεξόδους και στρέφονται μαζικά στην αγορά χάρτινων τίτλων-σκουπιδιών από χρεοκοπημένες οικονομίες με στόχο μια άμεση μεταπώληση και ένα γρήγορο κέρδος. Γιατί, αναμφίβολα, οι “επενδυτές” γνωρίζουν την τοξικότητα αυτών των ομολόγων, γνωρίζουν πως αν δεν τα ξεφορτωθούν σύντομα, θα τους μείνουν στα χέρια.

Επιπροσθέτως, η “ευημερία των αριθμών” για την οποία θριαμβολογεί ο σύριζα δεν αποτελεί εγγύηση πραγματικής καπιταλιστικής ανάπτυξης, αφού το 80% της “ανάπτυξης¨ προέρχεται από την φοροληστεία και βέβαια τα πλεονάσματα από τα οποία χορηγήθηκαν οι πρόσφατες ψευδοπαροχές προήλθαν από τον υπερβάλλοντα ζήλο της κυβέρνησης να υφαρπάξει βίαια επιπλέον κοινωνικό πλούτο, κόντρα μάλιστα και στις απαιτήσεις των ίδιων των δανειστών που οι εισηγήσεις τους ήταν καθαρά εισπρακτικού χαρακτήρα. Η αναιμική ανάπτυξη που παρουσιάζει το ελληνικό κράτος ισοδυναμεί με αγκύλωση στην στασιμοχρεωκοπία. Το δημόσιο χρέος ανέβηκε κατά 335 δις, ένα εντυπωσιακό (σχεδόν) 200% του αεπ. Είναι σαφές, ότι το χρέος καθίσταται μη βιώσιμο και διαρκώς θα διευρύνεται, την ώρα που η αποπληρωμή του αποτελεί πάγια δέσμευση από το πρώτο ακόμα μνημόνιο και δεν μπορεί να επέλθει. Οι πολιτικές των τελευταίων χρόνων όχι μόνο δεν περιόρισαν το πρόβλημα της κρίσης χρέους, αλλά μετακύλησαν την μεγαλύτερη έκρηξη της στο μέλλον. Οι πολιτικές κοινωνικής ισοπέδωσης είναι στην πραγματικότητα το όχημα μεταβίβασης της κρίσης από το καπιταλιστικό σύστημα στην εργατική τάξη. Και τα “αντίδοτα” στην κρίση ασφαλώς δεν αποτέλεσαν φάρμακο, παρά μόνο μετατόπισαν τα βάρη της κρίσης στους φτωχούς και τους αδύναμους.

Η σωτηρία της “ελληνικής οικονομίας” ήταν και είναι ταυτόχρονα ένα στοίχημα για την ίδια την ευρωζώνη. Η ευρωζώνη δεν φαίνεται προετοιμασμένη για την έξοδο της Ελλάδας από την νομισματική ένωση, διαφορετικά θα είχε ήδη δρομολογηθεί προκειμένου να αποφευχθούν τα προερχόμενα από τους κρατικούς υπολογισμούς πακέτα στήριξης που ουδέποτε θα επιστραφούν. Όμως μια ενδεχόμενη έξοδος υπό την υπάρχουσα δομή της ευρωζώνης θα δημιουργούσε αναταραχές, αποσταθεροποίηση, θα οδηγούσε σε εκτεταμένη φυγή κεφαλαίου.

Απ’ την πλευρά μας είναι ξεκάθαρο πως είτε η παραμονή στην ευρωπαϊκή ένωση και την ζώνη του ευρώ, είτε μια έξοδος σαν αυτή που οραματίζονται τόσο οι φασίστες ευρωσκεπτικιστές, όσο και ορισμένοι αριστεροί πυλώνες του συστήματος, με μετάβαση δηλαδή σε υποτιμημένο εθνικό νόμισμα και επιστροφή στην “εθνική οικονομία” ή με το πέρασμα σε μια “σοσιαλιστική οικονομία” είναι η άλλη όψη του ίδιου (κυριολεκτικά) νομίσματος. Είμαστε πολέμιοι και των δυο συνταγών, γιατί είμαστε εχθροί του καπιταλισμού και του κράτους σε κάθε μορφή τους. Αυτό που προτάσσουν οι ευρωσκεπτικιστές είναι καταδικασμένο να αποτύχει. Το μοντέλο της εθνικά καθορισμένης οικονομίας, του κρατικού παρεμβατισμού και του εθνικού νομίσματος είναι ασύμβατο με την σημερινή εποχή, όπου κάθε λειτουργία του συστήματος βρίσκεται σε παγκόσμια αλληλεξάρτηση. Επιπλέον, η θωράκιση των δανειστών στο αγγλοσαξωνικό δίκαιο στην περίπτωση του ελληνικού χρέους, διασφαλίζει την δεσμευτικότητα της αποπληρωμής και σε ενδεχόμενο αλλαγής νομίσματος.

Στα 4 χρόνια που ο σύριζα βρέθηκε στην εξουσία επιβεβαιώθηκε πόσο ανεδαφική ήταν η προώθηση κενσυανικών πολιτικών μεταρρυθμίσεων μέσα σε ένα παγκοσμιοποιημένο περιβάλλον που ολοένα συγκλίνει προς την νεοφιλελεύθερη γραμμή, πόσο ανεφάρμοστα είναι τα εργαλεία διαχείρισης της κρίσης που επιτάσσουν τα μοντέλα κρατικού παρεμβατισμού στο σημερινό πλαίσιο των διεθνοποιημένων αγορών και του υπερεθνικού εμπορίου, πόσο καταδικασμένη να πτωχεύσει είναι η ρητορική της “ελάφρυνσης των αδυνάτων” με την ταυτόχρονη αποδοχή της ύπαρξης και αποπληρωμής του χρέους, της συμβάδισης με τις πολιτικές της ευρωπαϊκής ένωσης, της αποδοχής του καπιταλιστικού συστήματος εν γένει. Ο σύριζα σαφώς και δεν έκανε “κολωτούμπα”. Ήταν κομμάτι του συστήματος και προτού γίνει κυβέρνηση. Και όπως αξιοποιήθηκε από την αστική τάξη για να προσφέρει ζωογόνες ανάσες σε μια περίοδο πολιτικής αστάθειας και κοινωνικής οργής που εν τέλει περιορίστηκε, αποδυναμώθηκε και κατεστάλη, έτσι αναδύεται σήμερα ως συμπλήρωμα του καθεστωτικού διπολισμού, ως η κύρια έκφραση της εγχώριας σοσιαλδημοκρατίας.

Το κράτος αποδείχθηκε πως έχει συνέχεια και ότι ο τερματισμός των αντικοινωνικών λειτουργιών του μπορεί να επέλθει μόνο μέσω της επαναστατικής ανατροπής του. Η κυβερνητική θητεία του σύριζα ανέδειξε αυτό που οι αναρχικοί ανέκαθεν υποστηρίζαμε, ότι δηλαδή δεν υφίστανται εναλλακτικές πολιτικές διαχείρισης ενός συστήματος βαρβαρότητας με “κοινωνικό” πρόσημο. Ο καπιταλισμός δεν εξανθρωπίζεται, ούτε υπάρχουν συστημικές λύσεις για την ευημερία των πολλών. Πόσο μάλλον εν καιρώ παγκόσμιας καπιταλιστικής κρίσης, κατα την οποία οι ανάγκες επιβίωσης του κεφαλαίου προϋποθέτουν για την αναπαραγωγή του την ανακατανομή του πλούτου από τα κάτω προς τα πάνω. Η εργατική τάξη εκτίμησε ότι μια αριστερή κυβέρνηση μπορεί, έστω σε έναν βαθμό να την ανακουφίσει. Έτσι αναζήτησε την επίπλαστη ευημερία των δανείων, του πελατειακού κράτους, της κοινωνικής κινητικότητας των προ-κρίσης εποχών. Δεν συνεκτίμησε ότι η “ευημερία” στον καπιταλισμό είναι πλασματική και δεν μακροημερεύει.

Στον αντίποδα του σύριζα, βρίσκεται η επερχόμενη κυβέρνηση. Πρόκειται για την δεξιά του νόμου και της τάξης, των συμφερόντων της οικονομικής ολιγαρχίας, της υπεράσπισης της “ελεύθερης αγοράς”. Τασσόμαστε πολέμια ενάντια σε αυτήν αλλά και στο κράτος και τα συμφέροντα που υπηρετεί. Άλλωστε τόσο αυτοί όσο και οι σοσιαλδημοκράτες υπηρετούν το ίδιο σύστημα. Θα αγωνιστούμε για την πολιτική τους κατάρρευση με την παρουσία μας στους δρόμους ενάντια στα νέα μέτρα, στις νέες νομοθεσίες, στις νέες πολιτικές λεηλασίας, στα νέα μνημόνια που θα επιβάλλει. Θα παλέψουμε ώστε το αντίπαλο δέος του συστήματος να είναι επαναστατικό και ανατρεπτικό.

Δεν αμφιβάλλουμε λοιπόν, ότι το εκλογικό αποτέλεσμα της 7ης Ιουλίου θα επηρεάσει αισθητά την κοινωνική πλειοψηφία. Κι αυτό, διότι ανεξαρτήτου αποτελέσματος και κυβερνητικού σχηματισμού θα είναι εξίσου ζημιωμένη. Το χάσμα μεταξύ πλούσιων και φτωχών θα συνεχίσει να διευρύνεται. Οι αντιθέσεις των τάξεων είναι και θα παραμείνουν πολωμένες και σύντομα θα γίνουν άβυσσος. Και στην άβυσσο δεν υφίστανται ισορροπίες. Η καπιταλιστική κρίση δεν είναι μια παροδική κάμψη, αλλά ένα εγκλωβιστικό τέλμα. Τα μηνύματα για την “κρίση που τέλειωσε”, για την “ανάκαμψη της ελληνικής οικονομίας”, για την “τρόικα που έφυγε” διαχέονται καταιγιστικά από τα κατευθυνόμενα μμε αλλά δεν μπορούν να αποκρύψουν την πραγματικότητα η οποία πάντα θα “δραπετεύει” από την συστημική προπαγάνδα. Το σύστημα είναι σε αδιέξοδο και σκορπάει την φτώχεια, τον πόνο, την δυστυχία και τον θάνατο για να επιστρέψει στην κανονικότητα. Και είναι στο δικό μας χέρι και στη δική μας βούληση αν θα το ανατρέψουμε.

Ως αναρχικό στέκι φιλοσοφικής είμαστε κομμάτι του ευρύτερου αγώνα για την οικοδόμηση της επαναστατικής προοπτικής, για την οικοδόμηση της αναρχικής κοινωνίας. Μίας κοινωνίας ελευθερίας και ισότητας, απαλλαγμένης από ταξικές διαιρέσεις και καταπιεστικούς θεσμούς, που θα αναπτύσσεται με γνώμονα την συλλογική ωφέλεια. Σε μια τέτοια κοινωνία τα κοινοβούλια, το σύστημα αντιπροσώπευσης, οι επαγγελματίες πολιτικοί δεν θα έχουν θέση. Σε αυτή την κατεύθυνση, παλεύουμε μέσα και έξω από την σχολή για την ανάπτυξη των συνειδήσεων, την διάχυση των προταγμάτων μας, την όξυνση του αγώνα ενάντια στο κράτος και το κεφάλαιο. Είμαστε αναπόσπαστο μέρος της φοιτητικής βάσης, των διεκδικήσεων της φοιτητικής κοινότητας, και στοχεύουμε στην σύνδεση αυτών των διεκδικήσεων με τους συνολικότερους κοινωνικούς και ταξικούς αγώνες. Ταυτόχρονα διεξάγουμε και έναν πολιτικό, αμιγώς αναρχικό αγώνα.

Εν’ όψει των εκλογών, προτάσσουμε την όσο πιο ευρεία αποχή. Γιατί οι λύσεις στα φλέγοντα ζητήματα που αφορούν τις ζωές μας, δεν βρίσκονται στα ψηφοδέλτια. Τις πραγματικές διεξόδους θα τις βρούμε στους συλλογικούς αγώνες, στις μικρές και μεγάλες μάχες. Καμία νομιμοποίηση στους κομματικούς δυνάστες, καμία ψήφο στους εκφραστές της κρατικής και καπιταλιστικής βαρβαρότητας, ότι χρώμα και ότι προσωπείο και αν έχουν. Η συμμετοχή στις εκλογές δεν είναι συμμετοχή στα “κοινά”. Είναι ανάθεση των υποθέσεων μας, είναι συναίνεση στα σχέδια υποβάθμισης των ζωών μας.

ΟΥΤΕ ΜΕ ΤΟ ΚΟΜΜΑ ΤΗΣ “ΕΛΠΙΔΑΣ”, ΟΥΤΕ ΜΕ ΤΟ ΚΟΜΜΑ ΤΗΣ “ΤΑΞΗΣ”

ΣΥΝΕΙΔΗΤΗ ΑΠΟΧΗ ΑΠΟ ΤΙΣ ΕΚΛΟΓΕΣ – ΟΡΓΑΝΩΣΗ ΚΑΙ ΑΓΩΝΑΣ ΓΙΑ ΤΗΝ ΑΝΑΡΧΙΑ

 

Γράψτε ένα σχόλιο

Η ηλ. διεύθυνση σας δεν δημοσιεύεται. Τα υποχρεωτικά πεδία σημειώνονται με *