ΟΡΓΑΝΩΣΗ ΚΑΙ ΑΓΩΝΑΣ ΓΙΑ ΤΗΝ ΚΟΙΝΩΝΙΚΗ ΕΠΑΝΑΣΤΑΣΗ

Να κάνουμε τα πανεπιστήμια κάστρα αντίστασης και αγώνα

Το νέο νομοσχέδιο του υπουργείου παιδείας ψηφίστηκε στην βουλή σε μια περίοδο με τα πανεπιστήμια κλειστά και την ακαδημαϊκή λειτουργία παροπλισμένη εδώ και έναν χρόνο. Αυτή η τακτική επικύρωσης νομοσχεδίων σε «νεκρό χρόνο» είναι ιδιαίτερα γνώριμη και προϋπήρχε των lockdown. Εκφραζόταν με την ψήφιση νόμων για την τριτοβάθμια εκπαίδευση κατά τους θερινούς μήνες, με χαρακτηριστικά παραδείγματα τον νόμο Διαμαντοπούλου το 2011 και το πρώτο νομοσχέδιο της κυβέρνησης της Ν.Δ. το καλοκαίρι του 2020. Και τα δύο αυτά νομοσχέδια αφορούσαν, εκτός των άλλων, την θεσμική κατάργηση του πανεπιστημιακού ασύλου.

Το νομοσχέδιο «Κεραμέως» συμπυκνώνει διαχρονικούς πόθους του κεφαλαίου για την περαιτέρω επιχειρηματική αξιοποίηση του πανεπιστημίου, με μέτρα που ορίζουν την εντατικοποίηση των σπουδών και οξύνουν τους ταξικούς διαχωρισμούς στην τριτοβάθμια εκπαίδευση. Μέσα σ’ αυτό το πλαίσιο, τα μέτρα αστυνόμευσης και ελέγχου που συμπεριλαμβάνονται στο νομοσχέδιο έρχονται ως ένα αναγκαίο συμπλήρωμα της “εκπαιδευτικής μεταρρύθμισης” με σκοπό την διασφάλιση της ομαλής εφαρμογής της και της προστασίας του πανεπιστημίου ως εμπορεύματος. Το “εξευρωπαϊσμένο” ελληνικό πανεπιστήμιο που ευαγγελίζονται οι κρατικοί αξιωματούχοι αντικατοπτρίζει το αστικό φαντασιακό για ένα πανεπιστήμιο που από την μία πλευρά θα παράγει ανεμπόδιστα την γνώση και την έρευνα με γνώμονα μόνο τα καπιταλιστικά κέρδη και όχι τις κοινωνικές ανάγκες και από την άλλη πλευρά θα παράγει με ταχείς ρυθμούς το πειθήνιο εξειδικευμένο εργατικό δυναμικό που θα στελεχώνει τα γρανάζια της παραγωγής ανάλογα με τις ανάγκες της καπιταλιστικής αγοράς.

Το πρόσφατα ψηφισμένο νομοσχέδιο δεν εμφανίστηκε ως κεραυνός εν αιθρία. Αποτελεί την συνέχεια όλων των προηγούμενων νομοσχεδίων για την ανώτατη εκπαίδευση και έρχεται για να επιταχύνει τις διαδικασίες μιας συθέμελης νεοφιλελεύθερης αναδιάρθρωσης, που τις τελευταίες δεκαετίες προωθείται από όλες τις κυβερνήσεις, αλλά με πολύ αργούς βηματισμούς, γεγονός που συνιστούσε αγκάθι στην υλοποίηση των κρατικών σχεδιασμών. Η στιγμή της «επιτάχυνσης», ασφαλώς και δεν ήταν τυχαία, αφού τώρα οι συνθήκες είναι ιδανικές για το προχώρημα μιας αντιδραστικής επιβολής ενός υπερπακέτου μέτρων. Ιδανικές, τουλάχιστον φαινομενικά, καθότι στην πράξη συνάντησαν αποφασιστικές αντιστάσεις, πρωτόγνωρες από το 2015 και ύστερα, περίοδος κατά την οποία οι ριζοσπαστικοί ταξικοί και κοινωνικοί αγώνες υποχώρησαν ως αποτέλεσμα της αριστερής αφομοίωσης και εν συνεχεία της κοινωνικής απογοήτευσης που επέφερε η εκλογή και η διακυβέρνηση του ΣΥΡΙΖΑ.

Η κρατική αυταρχικότητα η οποία προσέκρουσε πάνω στα εξεγερσιακά γεγονότα της Νέας Σμύρνης, ήρθε για να διασφαλίσει την παγίωση βίαιων αναδιαρθρώσεων. Ως μέσο και όχι ως αυτοσκοπός. Η αναδιάρθρωση του πανεπιστημίου είναι κομμάτι αυτής της συνολικότερης καπιταλιστικής αναδιάρθρωσης, που ιδιαίτερα την τελευταία δεκαετία που η συστημική κρίση μαίνεται, γίνεται όλο και πιο αδίστακτη. Η συνθήκη των lockdown ήταν μια «χρυσή ευκαιρία» για να περαστεί μια αντιδραστική «ατζέντα» για την εκπαίδευση, με μια διττή στόχευση, αξεδιάλυτη ως προς τα περιεχόμενα της: την ισοπέδωση κεκτημένων δεκαετιών και την εφαρμογή μιας σειράς νεοφιλελευθέρων μέτρων.

Οι φοιτητικοί αγώνες οι οποίοι αναπτύχθηκαν ενάντια στο νομοσχέδιο Κεραμέως έδωσαν ένα πρώτο μήνυμα στους κρατικούς αξιωματούχους και τους έμμισθους φρουρούς τους που θέλουν να εγκαταστήσουν μέσα στα πανεπιστήμια, ότι η εφαρμογή των σχεδιασμών τους θα αποδειχθεί ιδιαίτερη δύσκολη και πολύ πιθανά ανεπιτυχής. Χιλιάδες φοιτητές και φοιτήτριες έσπασαν στην πράξη την απαγόρευση κυκλοφορίας και τους φωτογραφικούς νόμους για την απαγόρευση των συγκεντρώσεων και πλημμύρισαν τους δρόμους της Αθήνας, της Θεσσαλονίκης και άλλων πόλεων διαδηλώνοντας ενάντια στο νομοσχέδιο και την εκπαιδευτική αναδιάρθρωση.

Οι αντιστάσεις οι οποίες συνεχίστηκαν και μετά την ψήφιση προεικόνισαν εικόνες από το σύντομο μέλλον με καταλήψεις στα πανεπιστήμια και συγκρούσεις με τις αστυνομικές δυνάμεις γύρω από αυτά. Δεν ξεχνάμε τις εικόνες κρατικής βίας, τον τραμπουκισμό των φοιτητών κατά την απόπειρα εκκένωσης της –τότε- κατειλημμένης πρυτανείας του ΑΠΘ, υπό τις εντολές του πρύτανη, καθώς και την βίαιη αποπομπή τους ακόμη και μετά την ανακοίνωση, από μέρος των φοιτητών, της επικείμενης παύσης της κατάληψης. Η δυναμική των αγώνων του προηγούμενο διαστήματος αφήνουν μια παρακαταθήκη και εμπειρία ενόψει της συνέχειας. Το ζητούμενο βέβαια σχετικά με τους αγώνες που προηγήθηκαν και με αυτούς που έπονται είναι η κατεύθυνση που θα τους δώσουμε, οι αιχμές και η στοχοθεσία που θα θέσουμε.

Τα πανεπιστήμια, αναμφίβολα δεν αποτελούν έναν ξεχωριστό μικρόκοσμο. Δεν είναι μια αυτονομημένη θεσμική οντότητα μέσα στον καπιταλισμό και το κράτος. Δεν είναι «χώροι ελευθερίας» που πλέον «στρατιωτικοποιούνται»». Σε κάθε μορφή τους, φρουρούμενα ή μη, τα πανεπιστήμια έχουν συγκεκριμένο ρόλο για την συστημική λειτουργία, τόσο για την στελέχωση του καπιταλιστικού τρόπου παραγωγής, όσο και για την ιδεολογική διάπλαση των νέων. Συνεπώς, ο αγώνας ενάντια στις μεταρρυθμίσεις δεν θα πρέπει να εξωραΐζει το αστικό πανεπιστήμιο, ούτε να γίνεται αντιληπτός ως αποσυνδεδεμένος από τους υπόλοιπους κοινωνικούς και ταξικούς αγώνες.

Στους αγώνες των ημερών μας αρθρώνεται διαλεκτικά μια κοινωνική και ταξική πόλωση που αναπόφευκτα θα οξυνθεί παραπέρα. Από την μία, ξετυλίγεται μια αδιάλλακτη αντεργατική, αντεκπαιδευτική και αντικοινωνική καθεστωτική εκστρατεία, ενταγμένη στο πλαίσιο της 12ετους συστημικής κρίσης και της προσπάθειας μεταβίβασης του κόστους της στην κοινωνική βάση. Αυτή η εκστρατεία θα λάβει πολεμικό χαρακτήρα με την εξαπόλυση μιας βιαιότερης ταξικής και κοινωνικής επίθεσης που θα εκδηλωθεί για την σωτηρία του κεφαλαίου και των τραπεζών από το νέο επεισόδιο της κρίσης και την νέα ύφεση. Στον αντίποδα, η κοινωνική ανυπακοή εκφράζεται εδώ και μήνες με πολλαπλές αφορμές και προδιαγράφει πολλές εικόνες «Νέας Σμύρνης» στο μέλλον.

Ωστόσο, δεν μπορούμε να αξιώνουμε νικηφόρους αγώνες εάν δεν υπάρχει μια εναργής αποκρυστάλλωση των σκοπών τους. Και αυτή η παραδοχή αφορά το σύνολο των αγώνων που διεξάγονται την εποχή που διανύουμε, εντός και εκτός πανεπιστημίου. Αντίστοιχα, δεν πρέπει να αγνοούμε, ότι ακόμη και μια πρόσκαιρη νίκη ή μια κυβερνητική υποχώρηση δεν είναι ικανή να ανοίξει τον δρόμο για την ανατροπή του καπιταλισμού και το κράτους, ούτε απαραίτητα να προκαλέσει ρήγμα στην κυριαρχία τους. Αν η διεκδίκηση μιας «μερικής» νίκης δεν διασυνδέεται στρατηγικά με ένα ανατρεπτικό επαναστατικό πρόταγμα τότε πιθανόν να αποτελέσει προπομπό μιας γενικότερης και ιδιαίτερα σφοδρής στρατηγικής ήττας.

Οι αγώνες του σήμερα εκφράζουν τις ανάγκες χιλιάδων ανθρώπων. Μέσα σε αυτούς τους αγώνες διασταυρώνονται μεγάλες κοινωνικές δυνάμεις με κοινά ταξικά και κοινωνικά συμφέροντα αλλά και ανταγωνιστικοί πολιτικοί σκοποί. Οι πολιτικές δυνάμεις που εισέρχονται σε αυτούς (π.χ. στις κινητοποιήσεις ενάντια στο νομοσχέδιο Κεραμέως) ούτε είναι και ούτε θα μπορούσαν ποτέ να είναι «ενωμένες» κάτω από τον ίδιο σκοπό. Άλλες είναι οι επιδιώξεις των κομμουνιστικών κομμάτων και της αριστεράς και άλλες οι δικές μας, των αναρχικών. Απ’ την πλευρά μας, δεν είμαστε καθόλου πρόθυμοι/ες να αγωνιστούμε ενάντια σε νομοσχέδια και μεταρρυθμίσεις που θα οδηγήσουν στην ανάθεση και τον εγκλωβισμό στην κάλπη.

Παράλληλα στεκόμαστε ενάντιοι στον αριστερό τρόπο δράσης, ο οποίος δεν εστιάζει στην ουσιαστική επίθεση τόσο στις σχεδιαζόμενες αναδιαρθρώσεις όσο και στην ίδια την φύση του εκπαιδευτικού συστήματος εντός του καπιταλισμού, αλλά περιορίζεται σε ένα επαναλαμβανόμενο μοτίβο κινήσεων (λχ πανεκπαιδευτικά συλλαλητήρια) οι οποίες στην πραγματικότητα ικανοποιούν μια ανάγκη ηθικής πραγμάτωσης απέναντι σε ένα αγωνιστικό καθήκον, προβάλλοντας μια δήθεν μαχητικότητα, καθώς δεν εμπνέονται από μια βαθύτερη επαναστατική πνοή, αλλά προχωρούν υπό τη σκιά της κάλπης και σε παράλληλη κίνηση με την κομματική γραμμή. Όπως έχει δείξει και η ιστορία, όσο οι αγώνες δεν νοηματοδοτούνται από μια επαναστατική προοπτική, τόσο ελλοχεύει ο κίνδυνος να «νοηματοδοτηθούν» από συστημικές εφεδρείες και αριστερούς καπηλευτές και να αποτελέσουν εργαλείο εκλογικής εξαργύρωσης και κυβερνητικής αυταπάτης.

Οι αγώνες μας νοηματοδοτούνται από το όραμα μιας νέας κοινωνίας. Οι αγώνες έχουν αυτοτέλεια αλλά όχι αυταξία. Δεν είναι αυτοσκοπός αλλά μέσο επίτευξης σκοπών. Εάν δεν γνωρίζεις που θέλεις να κατευθυνθείς μέσα από τον αγώνα, η ιστορία σε αφανίζει. Κι αυτό είναι πλήρως αποδεδειγμένο ακόμα και από την πρόσφατη ιστορία στον ελλαδικό χώρο. Σε ανάλογους αγώνες με τους σημερινούς «πάτησε» ο ΣΥΡΙΖΑ για να γίνει κυβέρνηση και το ίδιο επιχειρεί και τώρα. Να εκμεταλλευτεί την μερικότητα τους, να κεφαλαιοποιήσει τα αδιέξοδα των αγώνων που δεν βλέπουν την επόμενη μέρα και δεν διασυνδέουν το περιεχόμενο τους με ένα συνολικό ανατρεπτικό πρόταγμα. Νομοτελειακά, η απουσία ενός συνολικού επαναστατικού προτάγματος περιορίζει τους αγώνες στην «μερικότητα» και συνακόλουθα είτε στην ήττα, είτε την αφομοίωση.

Η επιτυχής ή όχι εφαρμογή των μέτρων που ψηφίστηκαν θα φανεί στην πράξη. Οι αντιστάσεις, η δυναμική και η κατεύθυνση που θα λάβουν θα καθορίσει εν πολλοίς το αποτέλεσμα. Η είσοδος των πανεπιστημιόμπατσων στις σχολές και η εφαρμογή των μέτρων που ψηφίστηκαν θα πρέπει να βρουν τις απαντήσεις που τους αρμόζουν από την αγωνιζόμενη νεολαία. Οι καταλήψεις διαρκείας οι μαζικές διαδηλώσεις και οι συγκρούσεις είναι τα στοιχεία εκείνα που θα πρέπει να “εγκαινιάσουν” την επιστροφή στην “ακαδημαϊκή λειτουργία”.

Ως Αναρχικό Στέκι Φιλοσοφικής καλούμε τους φοιτητές και τις φοιτήτριες σε συγκρότηση σταθερών συνελεύσεων βάσης σε κάθε σχολή και από τα κάτω οργάνωση του αγώνα. Να οργανωθούμε και να δημιουργήσουμε από κοινού μια γερή βάση για μαχητική απάντηση στους κρατικούς σχεδιασμούς. Προτάσσουμε την απαξίωση των κομματικών παρατάξεων και των ρεφορμιστών κάθε είδους («κομματικών» και «κινηματικών») . Οργανωνόμαστε για να μετατρέψουμε τα πανεπιστήμια σε κάστρα του αγώνα για την Κοινωνική Επανάσταση, κοιτίδα πολιτικοποίησης της νεολαίας και να το στρέψουμε ως όπλο ιδεολογικής χειραγώγησης, στα μούτρα του κράτους και των αφεντικών. Παλεύουμε για την ελευθεριακή και εξισωτική οργάνωση της εκπαίδευσης σε μια άλλη κοινωνία, ακρατική και αταξική, στην βάση των αναρχικών προταγμάτων. Μια κοινωνία που θα χτιστεί πάνω στα συντρίμμια του καπιταλισμού και του κράτους.

Γράψτε ένα σχόλιο

Η ηλ. διεύθυνση σας δεν δημοσιεύεται. Τα υποχρεωτικά πεδία σημειώνονται με *